Οδηγημένος λαθραία, όσο ήταν μωρό, έξω από το βασίλειο Μαχισμάτι και μεγαλωμένος από μια φυλή χωρικών που ζούσε στους πρόποδες του καταρράκτη Σιβούντου, είναι ο Σίβα Μπααχουμπαλί. Ένας άνθρωπος με θεϊκή δύναμη και ανδρεία. Μετά από επανειλημμένες προσπάθειες να αναρριχηθεί στο βουνό και στην κορυφή του καταρράκτη, επιτυγχάνει τελικά το στόχο του μόνο και μόνο για να αντιμετωπίσει την Αβανθίκα, μια πολεμίστρια και μέλος μιας ομάδας ανταρτών. Ερωτεύεται την Αβανθίκα και εκείνη τον οδηγεί στο να βρει το πεπρωμένο του πέρα από τα τείχη του βασιλείου Μαχισμάτι. Εκεί, ένας δεσποτικός βασιλιάς, ο Μπαλάλα Ντεβ, εγκαθιστά ένα δεσποτικό άγαλμα για τον εαυτό του, ύψους 100 ποδών. Ο Σίβα είναι βασιλιάς και κληρονόμος του βασιλείου Μαχισμάτι. Γιος του ευγενούς βασιλιά Αμαρέντρα Μπααχουμπαλί και της βασίλισσας Ντεβασένα, προορίζεται να πολεμήσει τον κακό βασιλιά Μπαλάλα Ντεβ, ο οποίος αφού βασάνισε τους γονείς του, κατάσχεσε βίαια το βασίλειό τους.